Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2015

Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται η πτώση στις τιμές κατοικιών στην Ελλάδα


Την τέταρτη χειρότερη επίδοση παγκοσμίως σημείωσε κατά το δεύτερο τρίμηνο η αγορά κατοικίας της Ελλάδας. Σύμφωνα με σχετική τριμηνιαία έρευνα της εταιρείας παροχής υπηρεσιών ακινήτων Knight Frank, οι τιμές πώλησης κατοικιών στην Ελλάδα μειώθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 5,9%, με αποτέλεσμα η εγχώρια κτηματαγορά να κατατάσσεται στην 53η θέση επί συνόλου 56 χωρών. Τη μεγαλύτερη πτώση παγκοσμίως είχε η αγορά κατοικίας του Ντουμπάι με 12,2% σε ετήσια βάση, ενώ ακολούθησε η μαστιζόμενη από ταραχές –και μέχρι πρόσφατα κρίση χρέους– Ουκρανία, όπου οι τιμές των κατοικιών υποχώρησαν κατά 12% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2014. Στην τρίτη χειρότερη θέση βρέθηκε η αγορά κατοικίας της Κύπρου, όπου οι τιμές μειώθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 6,5%.

          Στον αντίποδα, τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι αξίες των κατοικιών στο Χονγκ Κονγκ με 20,7%, ως αποτέλεσμα της μεγάλης ροής κεφαλαίων από την κινεζική ενδοχώρα. Αλλωστε και στην Κίνα, η αγορά κατοικίας καταγράφει πτώση, καθώς οι τιμές μειώθηκαν κατά 5,7%. Συνολικά, πάντως, ο δείκτης τιμών κατοικίας σε παγκόσμιο επίπεδο ενισχύθηκε με το οριακό 0,1% κατά το φετινό δεύτερο τρίμηνο. Πρόκειται για τη χαμηλότερη αύξηση των τελευταίων τεσσάρων ετών, δείγμα των κλυδωνισμών που καταγράφονται στην παγκόσμια αγορά κατοικίας, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης ανησυχίας για την οικονομία της Ευρωζώνης και τις αναταράξεις που καταγράφονται στις κεφαλαιαγορές, με αποκορύφωμα την αβεβαιότητα που επικρατεί για τη μελλοντική προοπτική της κινεζικής οικονομίας.

          Αυτό πάντως που καθίσταται σαφές είναι ότι η εικόνα της ελληνικής αγοράς κατοικίας βαίνει επιδεινούμενη, δεδομένου ότι η πτώση τιμών του πρώτου τριμήνου είχε διαμορφωθεί σε 4,1%. Κάτι τέτοιο είχε να συμβεί από τις αρχές του 2013, καθώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕ, από τότε μέχρι και το φετινό πρώτο τρίμηνο ο ρυθμός πτώσης των τιμών των κατοικιών μειωνόταν συνεχώς, δείγμα της σταδιακής σταθεροποίησης της αγοράς, έστω σε ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο τιμών και κυρίως συναλλαγών σε σχέση με τα χρόνια που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης.